19.1.05

Από το τί στο πώς

Μου το έχουν πει αρκετοί και δεν τους καταλάβαινα. Μπορούν να κάτσουν να δουν μία ταινία πάλι και πάλι και πάλι. Εγώ δεν μπορώ.

Πρόσφατα κατάλαβα γιατί. Το οποίο βέβαια σε κάποιον τρίτο είναι πασιφανές, αλλά το γνώθι σ' εαυτόν είναι πάντα πιο δύσκολο. Εμένα μου αρέσουν οι ταινίες όπου το κύριο στοιχείο είναι το σενάριο. Δηλαδή, το τι γίνεται στην ταινία.

Δύσκολα, πολύ δύσκολα, θα με τραβήξει το πώς. Η φωτογραφία, τα συναισθήματα των χαρακτήρων, το χρώμα στο φόρεμα της πρωταγωνίστριας, το αν βρέχει έξω ή αν έχει ήλιο.

Μου έχουν αρέσει και κάποιες ταινίες με πώς. Και πίσω από κάθε έλξη που ένιωσα για μία ταινία που είχε πώς και όχι τι, μπορώ εύκολα να βρω γιατί μου άρεσε η κάθε τέτοια ταινία. Την έχω συνδέσει με κάτι. Με κάτι ωραίο που έζησα.

Όμως οι περισσότερες πώς, δε μου λένε μία. Για την ώρα τουλάχιστον. Αλλά θά'θελα να μου λένε. Θά'θελα να μπορώ να δω μία τέτοια ταινία και να την ευχαριστηθώ.

Η σκέψη αυτή ξεκίνησα τώρα με το Seabiscuit, ταινία πολύ γραφική με θέμα ένα άλογο του 1930. Φοβερή φωτογραφία, μουσική, ιστορία. Αλλά...

Προτίμησα να την δω στον υπολογιστή μου, αντί να πάω στην 32άρα τηλεόραση στο σαλόνι με το γαμάτο ηχοσύστημα. Γιατί; Για να μπορώ, στα "κενά" της ταινίας να διαβάσω κάτι ακόμα, να δω το email μου, να ξεφυλλίσω το Illuminatti, να γράψω αυτό το blog.

Όμως αυτά που έχει η ταινία δεν είναι κενά. Δεν πρέπει να τα περνάω με ένα γρήγορο FF. Πρέπει να αφήνομαι. Να την απολαμβάνω. Να αφήνω τα χρώματα να μου μιλήσουν, τους διαλόγους να με τυφλώσουν. Να μυρίσω το άρωμα του χώματος στην ταινία. Να την αφήσω να απλώσει το χέρι και να με αγγίξει.

Αλλά δε μπορώ.

Έχω κι άλλα να κάνω. Έχω να αφήσω την καθημερινότητά μου και τα σημαντικά μου πράγματα να με απασχολήσουν.

Kάποια πράγματα πρέπει να τα απολαμβάνεις, να τους δίνεις χρόνο να ωριμάσουν μέσα σου, όπως το κρασί που ωριμάζει σε βαρέλια πριν σε κερδίσει.

Oπως είπα (ή μάλλον έγραψα) πρόσφατα κάπου, είναι σαν να πηγαίνεις στη Λίμνη Πλαστήρα και αντί να βλέπεις το σύνολο, να βλέπεις απλά το νερό, τα δέντρα, το χιόνι, τα βουνά, τη φύση γύρω σου. Να τα βλέπεις χωριστά και να μη βλέπεις το "big picture". Να στη δίνει το κρύο, αντί να το μοιράζεσαι.

Έγραψα πριν ότι το Seabiscuit είναι μια ταινία για άλογα. Λάθος μου. Είναι σαν λες ότι η Mona Lisa είναι ένας πίνακας με μια γκόμενα. Όχι, δε είναι μια ταινία με ένα άλογο του '30.

Είναι μια καταπληκτική ταινία που σε εμπνέει και σου λέει ότι μπορεί οι άλλοι να νομίζουν ότι δεν αξίζεις μία, μπορεί να είσαι fucked up από όλες τις μεριές, αλλά κάτω από τις κατάλληλες συνθήκες μπορείς να είσαι καλύτερος από όλους τους άλλους. Και το σημαντικότερο δεν είναι να είσαι καλύτερα από τους άλλους, αλλά να νιώθεις εσύ καλά για σένα.

Να νιώθεις γεμάτος. Ολόκληρος.

2 σχόλια:

arkoudos είπε...

"Έχω κι άλλα να κάνω. Έχω να αφήσω την καθημερινότητά μου και τα σημαντικά μου πράγματα να με απασχολήσουν.

Kάποια πράγματα πρέπει να τα απολαμβάνεις, να τους δίνεις χρόνο να ωριμάσουν μέσα σου, όπως το κρασί που ωριμάζει σε βαρέλια πριν σε κερδίσει."

Γνωστή μου θα έλεγε ότι έτσι ακριβώς αξίζει και το καλό whiskey (και δη malt).

Βασικά, είναι ο λόγος που δεν διαβάζω τους "μεγάλους". Καζαντζάκη π.χ. έπιασα δύο φορές να τον διαβάσω - αλλά επι ματαίω, σταματούσα και ξαναρχιζα αρκετές φορές.

Ανάξια η συμπεριφορά μου του έργου.

Πιστεύω ότι αυτό που έγινε (και πιθανώς δικαίως) ψευτουποκουλτούρα, ο κινηματογράφος, έχει ακόμα διαμάντια που δεν τους αξίζει να τα αντιμετωπίζουμε όπως τα άλλα έργα.

Γιαυτό και αποφεύγω να τα δω, ή να τα διαβάσω. Γιατι για μερικά πράγματα, πρέπει να είσαι άξιος, και εγώ συχνά, δεν είμαι.

Τελευταία ταινία που αξιώθηκα να δω με προσοχή και προσύλωση ήταν "Το Πιάνο". Αλλά πείστηκα να την δω, κάτι που δεν μου συμβαίνει (προφανώς) συχνά...

Your Man είπε...

Ξέρεις, όσα κι αν λέμε για τους ξένους, ότι ας πούμε είναι ξενέρωτοι, οι περισσότεροι λαοί έχουν πολύ μεγαλύτερη κουλτούρα από μας κατά μέσο όρο.

Ένας Γάλλος περιπτεράς για παράδειγμα μπόρει πολύ πιο εύκολα να διαβάσει ποίηση και να την κατανοήσει και να τη σχολιάσει. Και όχι μόνο ποίηση, αλλά και όπερα, και να σου αναφέρει και τους αγαπημένους τους αναγεννησιακούς ζωγράφους και να σου πει γιατί τους προτιμά.

Και όχι μόνο μπορεί να το κάνει, οπως ανέφερα, αλλά το κάνει κιόλας. Δηλαδή δε μένει στη θεωρία. Βλέπει (ακούει;) όπερα, διαβάζει ποίηση, επισκέπεται μουσεία.

Είναι δυνατόν να μη νιώθεις φτωχός;