3.2.10

PayThemAll

Mall.

Παρκάρισμα. Στο πρώτο υπόγειο.

Αγχωμένος πως έχω αργήσει, κοιτάζω βιαστικά τη θέση που έχω παρκάρει και ενώ περπατώ με γρήγορο βήμα προς τις κυλιόμενες, με το ένα χέρι γράφω ένα SMS «-1 Γ-010 κόκκινο» για να θυμάμαι που έχω παρκάρει. Το σώζω για μετά.

Βρίσκω το φίλο μου τον Αλέξανδρο, τον οποίο είχα χρόνια να δω, να με περιμένει μπροστά από το Πλαίσιο. Αγόρασε ένα blackberry χτες και θέλει κάποιες αλλαγές στο πρόγραμμά του. Πέντε λεπτά υπόθεση.

...

Μιάμιση ώρα αργότερα, αφού έχει προσπαθήσει η πωλήτρια να βγάλει άκρη με τα προγράμματα της Cosmote, με την τηλεφωνική εξυπηρέτηση της Cosmote και με άλλα εξίσου σημαντικά και εξίσου δύσκολα πράγματα τα οποία εκτελούσε ενώ έφερνα βόλτα το κατάστημα προσπαθώντας να σκοτώσω την ώρα μου αντί για την ίδια την πωλήτρια, φύγαμε.

Η πωλήτρια ζήτησε από τον Αλέξανδρο να ξαναπεράσει μετά από κάποιες ώρες από το κατάστημα για να επιβεβαιώσει ότι έχει τελειώσει αυτό που ξεκίνησαμε.

Πήγαμε λοιπόν για ένα καφέ στον τρίτο όροφο.

Είχα καιρό να δω τον Αλέξανδρο, αλλά ο άνθρωπος αυτός δεν αλλάζει. Baby face, αξύριστος, μοιάζει με 23χρονο παρόλο που νομίζω ότι μου ρίχνει 1-2 χρόνια.

Κάποια στιγμή, οΑλέξανδρος μέσα στις φιλοσοφικές του αναζητήσεις για κάποιο γυναικείο θέμα σκέφτηκε φωναχτά «Μα τι είναι αυτό που κάνει τις γκόμενες να χύνουν, ρε πούστη μου;»

Το πρόβλημα είναι πως το σκέφτηκε μάλλον πολύ φωναχτά ώστε να ακουστεί μέχρι και τη διπλανή καφετέρια.

Ενστικτωδώς έκανα με το κεφάλι μου μια στροφή 360 μοιρών γύρω από το τραπέζι μας για να κάνω μια αποτίμηση της κατάστασης. Είδα τον σερβιτόρο μας και τις δύο κοπέλες σε ένα παραδιπλανό τραπέζι να μας κοιτάνε. Μικρή η ζημιά, έχουμε κάνει και χειρότ...

Πριν τελειώσω τη σκέψη μου, και ενώ συνέχιζα τη στροφή, γυρνάω και βλέπω μια μαμά ηλικίας περί τα 50 και τρεις κόρες μεταξύ 20 και 25 χρονών που πήγαιναν να κάτσουν στο τραπέζι πίσω να μας κοιτάνε. Η μάνα με στόμα ανοικτό.

«Ναι, εντάξει, μας μάθανε και εδώ.», σκέφτομαι.

«Κλείστο. Έχει μύγες.», της λέει ο Αλέξανδρος, κοιτώντας την με την άκρη του ματιού του.

«Όχι, όχι. Τώρα μας μάθανε.», ξανασκέφτομαι.



Για το υπόλοιπο της κουβέντας, και αφού μάνα και κόρες έφυγαν μουρμουρίζοντας, αναρωτιόμουν αν ο Αλέξανδρος ήταν πάντα έτσι ή μόνο όταν ήμασταν μαζί. Μήπως είναι κάτι που πρέπει να κοιτάξω, αυτή η περίεργη επιρροή που έχω σε κάποιους ανθρώπους;

Όταν η ώρα άρχισε να περνάει και έπρεπε ο Αλέξανδρος να ξαναπεράσει από την πωλήτρια στο Πλαίσιο, πληρώσαμε το σερβιτόρο, άφησα και ένα δίευρω φιλοδώρημα στο τραπέζι και φύγαμε.

Φεύγοντας, περνάω ξανά από το parking, φυσικά. Ήταν από τις λίγες φορές που δεν ξέχασα πως πρέπει να πληρώσω πριν πάω στο αμάξι μου.

Βάζω το εισιτήριο στο μηχάνημα.

Έχω «Υπόλοιπο 6 ευρώ», όπως με πληροφορεί η οθόνη του μηχανήματος.

Κοιτάζω στο πορτοφόλι μου και έχω μόνο δύο πενηντάρικα. Σηκώνω το βλέμμα και κοιτάω μια επιγραφή πάνω στο μηχάνημα που καθιστά σαφές πως το μηχάνημα δε δέχεται πενηντάρικα.

Βγάζω ένα απαξιωτικό «τς» καθώς κοιτάω προς τα πάνω ψάχνοντας ποιόν πρέπει να βρίσω. Χτυπάω τις τσέπες του τζην με το χέρι από έξω για να δω ποιά μπορεί να κρύβει ψιλά αντί για κλειδιά.

Κάτι πιάνω στη μπροστινή δεξιά. Χώνω το χέρι μέσα και βγάζω ακριβώς τρία κέρματα των δύο ευρώ και ένα περιτύλιγμα τσίχλας.

Βάζω το πρώτο κέρμα στο μηχάνημα και δείχνει Υπόλοιπο 4 ευρώ...

Βάζω το δεύτερο και το Υπόλοιπο πέφτει στα 2 ευρώ...

Βάζω και το τρίτο και βάζω το χέρι μου στη σχισμή για να πάρω το χαρτάκι, αλλά το Υπόλοιπο των δύο ευρώ στο καντράν αρνείται να μηδενίσει.

Το μηχάνημα μου ρίχνει το κέρμα από κάτω. Του το ξαναβάζω από πάνω. Κανένα αποτέλεσμα.

Το ξανακάνω.

Τίποτα!

Πατάω το πλήκτρο της ακύρωσης, παίρνω όλα τα κέρματα και πάω στο ακριβώς διπλανό μηχάνημα.

Βάζω το χαρτάκι, ετοιμάζομαι να ρίξω πρώτα το άτυχο κέρμα προσεκτικά στη σχισμή για να δω αν θα το πάρει και μου δείχνει στην οθόνη «Υπόλοιπο 7,50 ευρώ.»

...

Αν ξαναφήσω φιλοδώρημα να με χέσετε!